«Δε σʼ αγαπούν ανθρωπάκο, σε περιφρονούν, επειδή περιφρονείς τον εαυτό του. Σε ξέρουν απ' έξω κι ανακατωτά. Γνωρίζουν τις χειρότερες αδυναμίες σου, όπως θα έπρεπε να τις γνωρίζεις εσύ. Σε θυσίασαν σʼ ένα σύμβολ...
Άκου ανθρωπάκο, εσύ που πανηγυρίζεις που κλείνει ένα μαγαζί, εσύ που βγάζεις όλα τα καταπιεσμένα απωθημένα σου για να υπερασπιστείς το κλείσιμο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, εσύ ο ανίδεος "τιμητής" της λογικής και της σωφροσύνης, εσύ που χαίρεσαι που μένουν 2.656 άνθρωποι -επιπλέον- χωρίς δουλειά.
Μα το ξανασκέφτηκε κι' άρχισε να τα λυπάται. Κάποτε, έλπισε, θα βρισκόταν - έπρεπε να βρεθεί - ανάμεσα στα τόσα κοντόφθαλμα κοτόπουλα που κακάριζαν και καταβρόχθιζαν ό,τι έλαχε μπροστά τους, ένας μικρός αητός σαν τον ίδιο του τον εαυτό.