Ιδού το νέο pop statement, η απόλυτη, αδιάσειστη θυμοσοφία. Το ακούς από γείτονες στα πεταχτά, στην είσοδο της πολυκατοικίας. Το διαβάζεις σε πρωινά posts στο Facebook και σε δημοσιεύματα σε ιστότοπους που φαντασιώνονται την Αθήνα σαν ένα Μανχάταν. Το παρακολουθείς να το αναλύουν και να υπερθεματίζουν επ’ αυτού επαΐοντες life coachers και ψυχολογικοί ψευδοπροφήτες  σε webinars και online συνάξεις. Γενικά, η αναστολή της ζωής έχει αρχίσει να προβάλλεται από την mainstream κουλτούρα ως μία χρυσή ευκαιρία «χαλάρωσης», «ενδοσκόπησης», «αναθεώρησης» και άλλων φανταχτερών και έωλων εκτιμήσεων που δεν στερούνται μόνο επιστημονικής τεκμηρίωσης αλλά και απλής λογικής.

Η τάση του δυτικού ανθρώπου να αυτομαστιγώνεται για μέτρα που λαμβάνονται σε βάρος της ζωής του, είτε σε συνθήκες κανονικότητας είτε σε συνθήκες εξαίρεσης, είναι πια ένα βασικό συστατικό της καθημερινότητάς του. Βέβαια και η αντίθεση μεταξύ κανονικότητας και κατάστασης εξαίρεσης αποτελεί και αποτελούσε ανέκαθεν ένα μύθευμα: «Από την πραγματική κατάσταση εξαίρεσης στην οποία ζούμε δεν είναι δυνατή η επιστροφή σ’ ένα καθεστώς δικαίου, εφόσον πλέον υπό αμφισβήτηση τίθενται οι ίδιες οι έννοιες του ‘’καθεστώτος’’ και του ‘’δικαίου’’» (Agaben, 2003). Και ενώ όλοι πια γνωρίζουμε ότι η πανοπτική κοινωνία –  από τα drones αναγνώρισης προσώπου στην Κίνα και  τη συζήτηση για τις κάμερες στα σχολεία στην Ελλάδα μέχρι τα βραχιολάκια σε νοσούντες στην Κύπρο – δεν αποτελεί πρόβλεψη αλλά πραγματικότητα, συνεχίζουμε να ψάχνουμε ψίχουλα θετικής ψυχολογίας στους κάδους απορριμμάτων της νεωτερικότητας.

Η δολοφονία του Floyd ίσως να μην έβαζε μπουρλότο σε ολόκληρη την Αμερική αν δεν είχε προηγηθεί η ταξική μεροληψία του τρόπου με τον οποίο η νόσος αντιμετωπίστηκε εκεί. Όταν μια αυτοκρατορία καταρρέει υπό το βάρος της παρακμής της, τότε ή όλο το σύστημά της – δηλαδή η ‘’Δύση’’ θα διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη- ή μία άλλη αυτοκρατορία θα αναδυθεί, αξιοποιώντας και κεφαλαιοποιώντας επί των σφαλμάτων και των αντιφάσεων της προηγούμενης. Έτσι η νέα αυτοκρατορία της ανέχειας, της σταθερής κοινωνικής αποστασιοποίησης θα είναι ακόμα πιο ισχυρή, ακόμα πιο ελεγκτική, ακόμα πιο αδίστακτη.

Τα εκατομμύρια των ανέργων δεν είναι ακόμα ορατά. Τα ακούμε μόνο σαν ψηφιακά ποντίκια στους υπονόμους του κυβερνοχώρου. Ίσως τους βλέπουμε, ίσως μας βλέπουμε, άνεργους, φτωχοποιημένους, μίζερους στους εφιάλτες μας αλλά ξυπνάμε κάθιδροι, τρέχουμε στο μπάνιο, ρίχνουμε νερό στο πρόσωπό μας και ξαναρχίζουμε το οικονομιδικό μάντρα «όλα καλά, όλα καλά, όλα καλά, όλα καλά να πούμε ρε […]» (‘’Η ψυχή στο στόμα’’, 2006). Και μέσα σ’ όλο αυτό το τεκτονικό πλανητικό γίγνεσθαι, ο Νεοέλληνας «ξαναβρήκε τον εαυτό του», «είδε τί είναι πραγματικά σημαντικό στη ζωή», «πήρε χρόνο για τον εαυτό του».

Στο τέλος της αιματοβαμμένης του πορείας, ο homo sapiens, επιχειρεί να βρει «όφελος» στην κατάσταση αναγκαστικού εγκλεισμού που επέβαλε η διασπορά του κορονοϊού. Μου θυμίζουμε τον από λάθος σταυρωμένο Brian και τους ληστές στην αξεπέραστη ταινία των Monty Python ‘’The life of Brian’’ (1979) που τραγουδούν ‘’δες την φωτεινή πλευρά της ζωής’’ πάνω στο σταυρό. Τελικά, όλο αυτό είναι η απόδειξη ότι μέσα από την περιπέτεια του COVID-19 η νίκη του εικονικού έναντι του πραγματικού οριστικοποιήθηκε. Πλέον, δεν υποπτευόμαστε αλλά πιστεύουμε οντολογικά ότι η ενδοοικογενειακή βία που εξερράγη, οι ήδη διαλυμένες αλλά μουμιοποιημένες σχέσεις που αποσαρθρώθηκαν μέσα στους τέσσερις τοίχους, η κατάθλιψη και το άγχος που αναζωπυρώνουν την αυτοκαταστροφή των πρώτων μνημονιακών χρόνων, δεν είναι παρά η κόλαση των Άλλων που δεν θα μας αγγίξει μέχρι να μας ισοπεδώσει σαν πυρηνικό ωστικό κύμα.

‘’Δώδεκα μέτρα από την πόρτα σας κι εσάς πέρα βρέχει, με το γνωστό τροπάριο του λόγος δεν πέφτει’’ κραυγάζει ακόμα ο Σιδηρόπουλος (‘’Της Εθνικής Συμφιλίωσης’’, 1989) αλλά καλοκαίρι έρχεται. Οι γραμμωτοί κοιλιακοί ζητούν να εκφραστούν μετά από την τόση περίσκεψη στην οποία εισήχθησαν αναγκαστικά. Τα πλαστικά πρόσωπα, τα στήθη σιλικόνης, τα σαμπρελωτά χείλη, μετά από τόση ενδοσκόπηση είναι λογικό να ζητήσουν λίγη λάσκα. Τόση ευλαβική και ατομικά υπεύθυνη υπομονή έκαναν άλλωστε.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Ο Βαγγέλης Γέττος γεννήθηκε το 1986 στην Πάτρα. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και ποινικές επιστήμες τη Nice της Γαλλίας. Έχει εργαστεί ως ραδιοφωνικός παραγωγός, ασκούμενος δικηγόρος, πολιτικός σύμβουλος, νομικός σύμβουλος ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων και ευάλωτων παιδιών, κειμενογράφος στη διαφήμιση και project manager ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Παράλληλα γράφει ιστορίες για παιδιά και μεγάλους, σενάρια για comics και μουσικοθεατρικές παραστάσεις. Επίσης παίζει και συνθέτει μουσική. Συμμετέχει στο μουσικό σχήμα ΕΛΕΚΡΗΤ Project παίζοντας κρητικό λαούτο και τραγουδώντας. Ζει και εργάζεται στη Λευκωσία από το 2015.

Related Posts

//