*Πώς οι σχεδιαστές κινουμένων σχεδίων κατάφεραν να χτίσουν το κίνημά τους –

Οι απεργοί διεκδικούσαν να μικρύνει η μισθολογική ψαλίδα μεταξύ των εργαζομένων και να τους αποδίδεται η δουλειά που έκαναν για την κάθε ταινία. Αντ’ αυτού χαρακτηρίστηκαν κομμουνιστές και ήταν οι πρώτοι που απολύονταν όταν γίνονταν περικοπές.

Όσοι ήταν ενεργοί συνδικαλιστές και παρέμεναν στη θέση τους αντιμετωπίζονταν με εχθρότητα και εξαιρούνταν από τα μπόνους και τις αυξήσεις μισθών

Σε αντίθεση με τις εικόνες των κινουμένων σχεδίων, το τοπίο πίσω από την οθόνη δεν ήταν το ίδιο ευχάριστο για τους εργαζόμενους. Γι’ αυτό καθ’ όλη τη δεκαετία του 1930 οι εργαζόμενοι στην ακμάζουσα βιομηχανία ψυχαγωγίας του Χόλιγουντ ήταν ιδιαίτερα δραστήριοι συνδικαλιστικά.

Οργανώνονταν σε σωματεία και συνδικάτα. Έφτιαχναν από την αρχή τις συνδικαλιστικές τους δομές αν χρειαζόταν ή τις ίδρυαν αν δεν υπήρχαν. Στα σωματεία που είχαν υπό τον έλεγχό τους οι πανίσχυροι εργοδότες αντιπαρέτασσαν πολυμελείς οργανώσεις που εξέφραζαν τις πραγματικές ανάγκες και απόψεις των εργαζομένων.

Ονόμαζαν το συνδικάτο «λέσχη» για να μην απολυθούν

Με το πέρας της δεκαετίας εργάτες θεάτρου, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, μοντέρ και σεναριογράφοι είχαν καταφέρει να σχηματίσουν πια επιτυχώς τις οργανώσεις τους ανά κλάδο ύστερα από μια τεράστια προσπάθεια για την αναγνώριση των σωματείων και συνδικάτων τους μέσα στους χώρους όπου εργάζονταν.

Για τους εργαζόμενους στα κινούμενα σχέδια του Χόλιγουντ που δεν εκπροσωπούνταν συνδικαλιστικά και δεν προσχωρούσαν στην εργοδοτική ένωση υπήρχε μέχρι το 1932 ένα συνδικάτο το οποίο αποκαλούσαν λέσχη. Ο λόγος ήταν ότι ήθελαν να παραμείνει μυστική η δράση του από τους εργοδότες και τα μέλη του συναντιόντουσαν στα κρυφά για αρκετά χρόνια, κυρίως λόγω του φόβου ότι θα έχαναν τη δουλειά τους σε περίπτωση που οι εργοδότες το ανακάλυπταν.

Ωστόσο, ύστερα από μια επιτυχημένη απεργία που πραγματοποίησαν το 1937 εργαζόμενοι κινουμένων σχεδίων στη Νέα Υόρκη, με την οποία υποχρέωσαν τον εργοδότη τους να αναγνωρίσει το συνδικάτο στο οποίο ανήκαν, οι σκιτσογράφοι στο Χόλιγουντ πήραν την απόφαση να δράσουν κι εκείνοι ανοιχτά. Έτσι, έναν χρόνο μετά, προχώρησαν στην ίδρυση του δικού τους φορέα, που λεγόταν Screen Cartoonists Guild (SCG).

Το συνδικάτο άρχισε αμέσως μία εκστρατεία για την οργάνωση όλων των εργαζομένων στα κινούμενα σχέδια και μέχρι το 1941 είχε συνάψει σειρά από συμφωνίες διά των οποίων οι εργοδότες το αναγνώριζαν. Η αντίσταση που συνάντησε το SCG από τους εργοδότες ήταν περιορισμένη. Όπως ένα εξαήμερο λοκ άουτ (το προσωρινό κλείσιμο της επιχείρησης από τον εργοδότη ως αντίδραση σε μία κινητοποίηση των εργαζομένων) στο στούντιο Looney Tunes της Γουόρνερ Μπράδερς

Ο ένας εργαζόμενος έπαιρνε 500 δολάρια, ο άλλος 12

Η μεγαλύτερη ωστόσο επιτυχία του SCG ήταν η οργάνωση 800 και πλέον εργαζομένων στα στούντιο της Ντίσνεϊ, η οποία ήταν με διαφορά ο μεγαλύτερος εργοδότης του κλάδου.

Οι σκιτσογράφοι της Ντίσνεϊ δεν ήταν οι πλέον κακοπληρωμένοι στο Χόλιγουντ. Ωστόσο υπήρχε δυσαρέσκεια στις τάξεις των εργαζομένων για διάφορους άλλους σημαντικούς λόγους. Ο πρώτος ήταν οι μεγάλες ανισότητες που υπήρχαν στις αμοιβές. Για παράδειγμα ένας κορυφαίος σχεδιαστής καρτούν μπορεί να κέρδιζε 500 δολάρια την εβδομάδα, την ώρα που ένας cell painter (εκείνος που χρωμάτιζε τους χαρακτήρες, οι οποίες είχαν περαστεί πάνω στις ειδικές διαφάνειες, γνωστότερες ευρύτερα ως σελιλόιντ) έπαιρνε 12 δολάρια. Σημειώνεται ότι για μια ταινία μπορεί να χρειάζονταν ακόμη και 100.000 σελιλόιντ ζωγραφισμένα στο χέρι.

Μόνο στον Ντίσνεϊ τα λεφτά και η δόξα

Δυσαρέσκεια για τους εργοδότες υπήρχε επίσης κατά τη διάρκειά της παραγωγής του πασίγνωστου φιλμ «Η Χιονάτη και οι επτά νάνοι» (1937), αλλά και μετά το τέλος της. «Η Χιονάτη και οι επτά νάνοι» ήταν η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους της Ντίσνεϊ. Εφαρμόστηκαν νέες τεχνικές, όπως το πολυπλάνο, για λήψεις με πολλαπλά επίπεδα βάθους, και δαπανήθηκαν κολοσσιαία ποσά για την εποχή (περίπου 1.500.000 δολάρια).

Οι σκιτσογράφοι είχαν λάβει υποσχέσεις για μεγάλα μπόνους και αυξήσεις στην αμοιβή τούς μετά την ολοκλήρωση της ταινίας, η οποία αναμενόταν να έχει μεγάλη εμπορική επιτυχία. Υπ’ αυτό το πρόσχημα τους είχαν επιβληθεί πολλές απλήρωτες υπερωρίες, ενώ ένας ανιμέιτορ (σχεδιαστής κινούμενων σχεδίων) είχε υποχρεωθεί, για να βγει η δουλειά, να πληρώνει βοηθούς για την Ντίσνεϊ από την τσέπη του.

Απολύσεις με στόχο τους συνδικαλιστές

Όταν η ταινία κυκλοφόρησε, απέσπασε πολύ θετικές κριτικές και απέφερε τέσσερις φορές μεγαλύτερα κέρδη από τη δεύτερη σε έσοδα ταινία για το 1937. Ωστόσο, αντί να λάβουν μπόνους και αύξηση στην αμοιβή τους, οι σκιτσογράφοι ήρθαν αντιμέτωποι με ένα μεγάλο κύμα απολύσεων.

Πολλές από αυτές φαίνεται ότι στόχευαν τα μέλη της SCG, ενώ άλλες είχαν στόχο εργαζόμενους που θεωρούνταν «ταραχοποιά στοιχεία». Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τα ονόματα των ανιμέιτορ δεν συμπεριελήφθησαν καν στους συντελεστές του φιλμ. Η δουλειά για την ταινία αποδόθηκε αποκλειστικά στον ιδιοκτήτη των στούντιο, τον Γουόλτ Ντίσνεϊ.

Η SCG συνέχισε τη δράση της και οργάνωσε κι άλλους εργαζόμενους τα επόμενα χρόνια. Η εξέλιξη όμως δεν απέτρεψε τον Ντίσνεϊ να προχωρήσει το 1941 σε νέο γύρο απολύσεων.

Στη συνάντηση που ακολούθησε, μεταξύ του Ντίσνεϊ και των δικηγόρων του με τον Χέρμπερτ Σόρελ από την αμερικανική εργατική ομοσπονδία, τον ανιμέιτορ Αρτ Μπάμπιτ και τον πρόεδρο της SCG Μπιλ Λιτλτζον, ο Ντίσνεϊ αρνήθηκε να αναγνωρίσει την SCG και υποστήριξε ότι οι ανιμέιτορ εκπροσωπούνται από την Ομοσπονδία Σκιτσογράφων στην οθόνη. Ένα ψεύτικο δηλαδή κι εργοδοτικό επί της ουσίας συνδικάτο, που είχε συσταθεί από τα στούντιο κι είχε χαρακτηριστεί παράνομο από το Εθνικό Συμβούλιο Εργατικών Σχέσεων.

Έπειτα από μία σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ των δύο πλευρών, ο Μπάμπιτ απολύθηκε μαζί με 16 ακόμη σκιτσογράφους που ανήκαν στην SCG. Δύο ημέρες αργότερα πραγματοποιήθηκε μαζική συνέλευση από τους εργαζόμενους στη Ντίσνεϊ, όπου ένας βοηθός του Μπάμπιτ έριξε στο τραπέζι την πρόταση για διεξαγωγή απεργίας. Η απεργία καλέστηκε από τον Σόρελ την επόμενη ημέρα, 29 Μαΐου 1941.

Παρεμπιπτόντως ο Μπάμπιτ ήταν ένας από τους πιο υψηλά αμειβόμενους ανιμέιτορ στη Ντίσνεϊ, αλλά χαρακτηριζόταν για το συνδικαλιστικό του ήθος και συνέβαλε καθοριστικά ώστε να έχει μεγάλη διάρκεια η απεργία.

Αλληλεγγύη από τους σκιτσογράφους της Γουόρνερ Μπράδερς

Την επόμενη ημέρα εκατοντάδες άντρες και γυναίκες σχημάτισαν απεργιακό κλοιό έξω από τα στούντιο της Ντίσνεϊ και στη συνέχεια κατασκήνωσαν σ’ ένα χωράφι που βρισκόταν απέναντι. Στην απεργία συμμετείχαν και πολλοί σκιτσογράφοι, οι οποίοι δεν ήταν μέλη του συνδικάτου.

Την Τετάρτη, μετά την έναρξη της απεργίας, οι σκιτσογράφοι από τα γειτονικά στούντιο της Γουόρνερ Μπράδερς πραγματοποίησαν πορεία προς τα στούντιο της Ντίσνεϊ ντυμένοι σαν Γάλλοι επαναστάτες του 1789, δείχνοντας έτσι την αλληλεγγύη τους στους απεργούς. Επίσης οι συνδικαλιστές μάγειρες από τα γειτονικά εστιατόρια, όταν ήταν εκτός υπηρεσίας, έβγαιναν και μαγείρευαν δωρεάν.

Κάθε πρωί για τις πέντε εβδομάδες που κράτησε η απεργία ο Γουόλτ Ντίσνεϊ, πηγαίνοντας με το αυτοκίνητό του στα στούντιο, έπρεπε να περάσει ανάμεσα από τα πλήθη των εργαζόμενων. Σε μια περίπτωση βγήκε έξω από το αυτοκίνητό κι επιχείρησε να επιτεθεί στον Αρτ Ράμπιτ. Παρ’ όλα αυτά, η απεργία παρέμεινε σχετικά ειρηνική σε σύγκριση με πολλές άλλες εργασιακές κινητοποιήσεις της ίδια περιόδου.

Η μόνη άλλη περίπτωση βίας (αν και ποτέ δεν υλοποιήθηκε) ήταν όταν κυκλοφόρησε η φήμη ανάμεσα στους απεργούς ότι η εργοδοσία είχε προσλάβει κακοποιούς για να τους επιτεθούν. Για να προστατέψει τις σκηνές των απεργών ο Χερμπ Σόρελ έστειλε μια ομάδα μηχανικών αεροσκαφών της Lockheed οπλισμένη με γαλλικά κλειδιά.

Συντριπτική νίκη υπέρ του σωματείου

Η απεργία είχε αρχίσει να επηρεάζει σημαντικά την Ντίσνεϊ. Η παραγωγή, με τα χαρακτηριστικά που είχε, σταμάτησε εντελώς. Η ζημιά ήταν εμφανής. Συμβουλευόμενος από φίλους να κάνει ένα διάλειμμα για να μειώσει το άγχος που του είχαν προκαλέσει οι εξελίξεις, ο Ντίσνεϊ έφυγε για περιοδεία στη Λατινική Αμερική πέντε εβδομάδες μετά την έναρξη της απεργίας.

Κατά την απουσία του τα ζητήματα της απεργίας διευθετήθηκαν από διαμεσολαβητές, οι οποίοι αποφάσισαν υπέρ της SCG σε κάθε θέμα. Σε αρκετές περιπτώσεις οι σκιτσογράφοι πέτυχαν αυξήσεις στους μισθούς τους κατά 50% κι έκτοτε εκπροσωπούνταν σταθερά από το συνδικάτο τους, το οποίο αναγνωρίστηκε. Ο Αρτ Ράμπιτ, ύστερα από πολλά χρόνια νομικής διαμάχης, η οποία γινόταν παράλληλα με τη θητεία του στις ένοπλες δυνάμεις, επέστρεψε κι αυτός στη δουλειά του όταν τέλειωσε ο πόλεμος.

Εκδίκηση και αντικομμουνισμός από τον Ντίσνεϊ

Παρ’ όλα αυτά ο Γουόλτ Ντίσνεϊ αρνήθηκε να ξεχάσει την απεργία, την οποία εξέλαβε ως προδοσία από μερίδα των καλλιτεχνών του. Τα επόμενα χρόνια αντιμετώπιζε με καχυποψία τους σκιτσογράφους που προσελάμβανε και όποτε γίνονταν περικοπές στο εργατικό δυναμικό οι πρώτοι που έφευγαν ήταν μέλη του συνδικάτου. Εκείνοι που ήταν μέλη και παρέμεναν αντιμετωπίζονταν άσχημα και εξαιρούνταν από τα μπόνους και τις αυξήσεις μισθών.

Αργότερα στη δεκαετία ο Ντίσνεϊ ήταν ένας από τους πρώτους μάρτυρες που κατέθεσαν στη διάσημη Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τις αντιαμερικανικές δραστηριότητες, η οποία ερευνούσε την κομμουνιστική διείσδυση στο Χόλιγουντ και σε όλες τις ΗΠΑ. Ο Ντίσνεϊ κατέθεσε την άποψη ότι οι κομμουνιστές είχαν παίξει σημαντικό ρόλο στην απεργία. Ακούστηκε ακόμη και η άποψη ότι ο Χέρμπερτ Σόρελ ήταν Σοβιετικός κατάσκοπος.

Στη συνέχεια πολλοί από τους ανιμέιτορ που συμμετείχαν στην απεργία συμπεριελήφθησαν στη μαύρη λίστα της επιτροπής, όπως και πολλοί ακόμη ηθοποιοί και εργαζόμενοι που συμμετείχαν στη βιομηχανία του κινηματογράφου. Επίσης, εκτός από την περιφρόνηση του Γουόλτ Ντίσνεϊ προς τους απεργούς μέχρι την ημέρα που πέθανε και τη συμπερίληψή τους στη μαύρη λίστα της επιτροπής, ορισμένοι από αυτούς απαθανατίστηκαν για πάντα στην ταινία Ντάμπο, όπου γελοιοποιήθηκαν ως κλόουν στο τσίρκο, οι οποίοι πηγαίνουν «να χτυπήσουν το μεγάλο αφεντικό για μια αύξηση».

Δεν έμεινε όμως μόνο ο Ντάμπο στην ιστορία. Οι απεργοί της Ντίσνεϊ θα είναι πάντα αυτοί που κατάφεραν να φέρουν τον συνδικαλισμό στην καρδιά του Χόλιγουντ και στη βιομηχανία κινουμένων σχεδίων στα προπολεμικά χρόνια. Θα είναι πάντα αυτοί που κοίταξαν τον ισχυρό στα μάτια. Που άνοιξαν κι έκαναν λιγότερο κακοτράχαλο τον δρόμο για τους επόμενους.

* Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρώτα στην εφημερίδα Αυγή και είναι βασισμένο σε πληροφορίες από τη διεθνή κινηματική βιβλιοθήκη libcom.org

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//