Άφησε με να σ’ αγαπώ! Δεν ξέρω άλλο τρόπο να ορίζω τη ζήση μου. Δεν έχω άλλο τρόπο να αντέχω τους χειμώνες, τα καύματα, τα αστραπόβροντα, τις προδοσίες. Δεν έχω άλλο τρόπο να τακτοποιήσω τις νεροποντές μέσα μου, κι έξω μου. Ξυπνώ το πρωί και σκέφτομαι: «Σήκω από το στρώμα. Πάτα τα πόδια στο πάτωμα. Έχεις λόγο. Αφού αγαπάς.» Κι ανοίγω τα μάτια και βγαίνω από το κουκούλι και λαχταρώ να αναπνέω.

Άφησε με να σ’ αγαπώ! Δεν ξέρω άλλο τρόπο να αντέχω τούτο το ασήκωτο βάρος της ζωής. Ώρες και φορές θαρρώ πως μου φόρτωσαν τον ουρανό. Δεν έχω άλλο τρόπο να μη λυγίσω. Με σέρνει η γη στα σπλάχνα της και μπορώ να αντιστέκομαι.

Άφησε με να σ’ αγαπώ! Δε θέλω να νιώθω σαν ξεριζωμένος που ψάχνει γη, στεριά να ακουμπήσει τη βαλίτσα που του κόψε το χέρι από το βάρος. Θέλω να ανθίζει η ελπίδα μου τα πρωινά, στα νυχτέρια μου, μεροκαματιάρης της αγάπης σου, κάλφας της νοσταλγίας σου, τσιράκι της επιθυμίας σου. Να λες «σε αφήνω να με αγαπάς» και να γίνομαι μαστορόπουλο χαμογελαστό. Να φτιάχνω καρέκλες και τραπέζια, να τα γεμίζω πιάτα και ποτήρια, να στρώνω ασπρόρουχα, να περιμένω.

Άφησε με να σ’ αγαπώ! Δε βλέπεις που στέρεψαν οι πηγές; Δε βλέπεις που δεν αγαπούν πια οι άνθρωποι με τα μάτια; Δε βλέπεις που δεν αγαπούν πια με τα χέρια; Τσέπες γεμάτες βαλάντια, λίρες. «Πάρε να με αγαπάς.» Δε βλέπεις που διψούν από ελπίδα και αγρίεψαν σαν τα σκυλιά που αληκτούν τις νύχτες;

Άφησε με να σ’ αγαπώ! Δεν τη φοβήθηκα την ερημιά. Δεν τη φοβήθηκα τη φυγή. Μονάχα το να μη με αφήνουν να αγαπώ, να μοιράζομαι. Μόνο αυτό φοβήθηκα! Μόνο μπροστά σε τούτο το θεριό λουφάζω! Τούτο όρισα ως προορισμό, δρόμο, πατρίδα. Έχει την πατρίδα του ο καθένας! Τη βρίσκει, τη φτιάχνει, τη στήνει, την προσέχει, την ελπίζει!

Άφησε με να σ’ αγαπώ! Είναι δικό μου χωράφι, προίκα μου. Αλλιώς θα με πνίξουν τα αγριόχορτα, οι ασπάλαθοι, τα αγκάθια. Δε βλέπεις που ξεράθηκε ο κόσμος; Δε βλέπεις τη στάχτη στα μάτια τους; Δε βλέπεις που χάνονται τα χέρια και κρύβονται σε τσέπες; Δε βλέπεις που χάνονται οι άνθρωποι στα πανωφόρια τους; Πέντε νούμερα μεγαλύτερα φορούν. Να κρύβονται, να μη σε δουν, να μην τους δεις, να μην ανταμωθείτε!

Άφησε με να σ’ αγαπώ! Εσύ είσαι ο δικός μου τόπος! Να σε σκαλίζω, να σε ποτίζω, να γίνεσαι μνήμη. Όχι ανάμνηση! Να πάρει μπρος πάλι ο κόσμος που έσβησε και χάλασε και ράγισε και έχασε την καρδιά του…

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Ζει στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε Ιστορία – Αρχαιολογία και Συντήρηση Έργων Τέχνης αλλά εργάζεται στην εκπαίδευση. Πιστεύει στην αυτοδιάθεση των ανθρώπων και στην ελευθερία. Ονειρεύεται ακόμα σαν παιδί κι ελπίζει πως κάποτε θα καταφέρουμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Γράφει όταν οι σκέψεις στριμώχνονται και διεκδικούν χώρο στο κεφάλι της. Έχει πια την πεποίθηση ότι όλοι είμαστε περαστικοί κι έχουμε την ανάγκη να βρούμε άξιους συνταξιδιώτες που θα λέμε μόνο αλήθειες. Αγαπημένες της λέξεις η ουτοπία και η χαρμολύπη. Ίσως γιατί έχει καταλάβει πως αυτό είναι η ζωή.

Related Posts

//