Το μέτρο που αναγνωρίζει επαγγελματική ισοδυναμία των πτυχίων κολλεγίων με τα αντίστοιχα πτυχία των δημόσιων πανεπιστημίων υπερψηφίστηκε με οριακή πλειοψηφία 153 βουλευτών, έχοντας προκαλέσει αντιδράσεις από όλα τα πολιτικά κόμματα, τους φοιτητικούς συλλόγους και τους εκπαιδευτικούς του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Η κυβέρνηση, χωρίς να επιδιώξει καμία συναίνεση, πρόβαλε το συγκεκριμένο μέτρο ως δέσμευση της χώρας μας, που απορρέει από την ιδιότητα του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν συμφωνεί πολιτικά με την αναγκαιότητά του. Με κάθε ευκαιρία και σε κάθε τόνο εξάλλου υπερασπίζεται την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων και την κατάργηση της αποκλειστικής αρμοδιότητας του κράτους να ιδρύει ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, που απορρέει από το άρθρο 16.
Είναι παράδοξο ότι, ενώ το Σύνταγμα απαγορεύει ρητά σε ιδιώτες να παρέχουν ανώτατη εκπαίδευση, τα κολλέγια ιδρύονται και λειτουργούν με έγκριση του Υπουργείου Παιδείας, το οποίο δεν εγκρίνει μόνο την έναρξη της λειτουργίας αλλά και το πρόγραμμα σπουδών. H δυνατότητα αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας με τίτλους σπουδών της ανώτατης εκπαίδευσης υπήρχε μέσω του ΔΟΑΤΑΠ και του Συμβουλίου Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων. Σε κάθε περίπτωση δεν θα ήταν σκόπιμο, εφόσον υπάρχει ένα εγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών, να πούμε ότι οι απόφοιτοι είναι ικανοί για να διδάξουν στον ιδιωτικό αλλά όχι στον δημόσιο τομέα. Από την άλλη, η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου παιδείας ανέκαθεν έδειχνε ζωηρό ενδιαφέρον για την επαγγελματική αναγνώριση των αποφοίτων των κολεγίων, δυσανάλογα περισσότερο από το χαμηλό ποσοστό δαπανών επί του ΑΕΠ που διατίθεται στην παιδεία από τον κρατικό προϋπολογισμό ή τις προοπτικές των νέων επιστημόνων στην Ελλάδα. Θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε αν αυτό το ενδιαφέρον αφορά τους ιδιοκτήτες των κολλεγίων ή τους αποφοίτους, στους οποίους δίνει τη δυνατότητα στην πραγματικότητα να προστεθούν στις λίστες των αδιόριστων εκπαιδευτικών.
Πριν βιαστούμε να κατατάξουμε στην προνομιούχα, άρχουσα τάξη τους σπουδαστές των ιδιωτικών κολλεγίων, να σκεφτούμε πόσο κοστίζουν τα μαθήματα που παρακολουθεί ένας μαθητής της Γ Λυκείου που προετοιμάζεται για τις πανελλαδικές εξετάσεις. Να σκεφτούμε κυρίως, πόσο εξοντωτικό είναι το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων και πόσα είναι τα παιδιά κάθε χρόνο που περνούν σε μια σχολή, όχι επειδή είναι το αντικείμενο που επιθυμούν να ασχοληθούν αλλά επειδή με τα μόρια που έπιασαν και ανάλογα με τις προσδοκίες της οικογένειας, εκεί μπορούν να πάνε. Να σκεφτούμε και πόσα παιδιά έχουν τη βεβαιότητα ότι μπορούν να στηριχθούν οικονομικά στην οικογένειά τους στην προοπτική σπουδών μακριά από το σπίτι τους. Τολμώ να πω πως στα κολέγια που λειτουργούν στην Ελλάδα, δίπλα σε παιδιά της μεσαίας τάξης, που έχουν μεγαλώσει με τη λογική της μικρότερης δυνατής προσπάθειας, είναι πολλά παιδιά που δεν «χώρεσαν» στο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης. Το σίγουρο είναι πως οι οικογένειες που έχουν οικονομική ισχύ, όπως και οι «ευνοούμενοι» της πολιτικής εξουσίας, έχουν άλλες διόδους ακαδημαϊκής και επαγγελματικής αναγνώρισης και καταξίωσης.
Αυτό που διακυβεύεται είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από το βόλεμα πέντε ή δέκα ατόμων στο δημόσιο. Έχει να κάνει με τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα και γι’ αυτό δεν έρχεται τυχαία μετά την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και πριν την επαναφορά της βάσης του 10. Τα πανεπιστήμια είναι ο χώρος όπου παράγεται και ταυτόχρονα διανέμεται η γνώση και προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η ποιότητα της γνώσης που παράγεται αλλά και ότι αυτή θα είναι διαθέσιμη προς το κοινό όφελος, μόνο το κράτος μπορεί να ιδρύει πανεπιστήμια. Τα κολλέγια από την άλλη πουλάνε πακέτα κατάρτισης, σε διετή ή τριετή προγράμματα, άμεσα συνδεδεμένα με την αγορά εργασίας. Για πολλά χρόνια πιστευόταν ότι ένα πτυχίο από μια καλή σχολή διασφαλίζει την επαγγελματική αποκατάσταση, με καλούς μισθολογικούς όρους. Η οικονομική κρίση διέψευσε το ελληνικό όνειρο, η ανεργία των νέων επιστημόνων στην Ελλάδα μείωσε και το κίνητρο των λαϊκών οικογενειών για σπουδές στο πανεπιστήμιο, όχι κατ’ αναλογία αλλά σίγουρα σε κάποιο βαθμό. Η εξαγγελμένη επαναφορά της τράπεζας θεμάτων και της βάσης του 10 καθιστούν το σύστημα εισαγωγής αλλά και το λύκειο στο σύνολό του ακόμα πιο ανταγωνιστικά, εξετασιοκεντρικά και εξοντωτικά για τους μαθητές. Στο ίδιο κλίμα, η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, η διαγραφή των αιωνίων φοιτητών, η επιβολή ενός γενικότερου δόγματος αριστείας και κανονικότητας, αποστραγγίζει το ελληνικό πανεπιστήμιο από την κοινωνικό του ρόλο. Στοχοποιεί την ανοιχτότητα του πανεπιστημίου σε νέους εργαζόμενους, νέους γονείς κλπ., που δίνει την ευχέρεια σε αυτούς να επιλέξουν τους ρυθμούς σπουδών τους, καθώς και τα πανεπιστήμια ως έναν δημόσιο χώρο όπου συμβαίνουν κοινωνικές διεργασίες, έξω από το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα.
Πρόκειται για μια προκλητική αμφισβήτηση του Συντάγματος και της παρακαταθήκης των αγώνων της πανεπιστημιακής κοινότητας και του φοιτητικού κινήματος και με αυτή την έννοια είναι ένα αντιδημοκρατικό μέτρο. Αν και δεν αναγνωρίζει στα κολλέγια ακαδημαϊκή ισοδυναμία με τα πανεπιστήμια, ωστόσο αναιρείται ο ρόλος του κράτους στην παροχή ανώτατης εκπαίδευσης και μετατοπίζεται η ευθύνη σε κάθε άτομο προσωπικά να φροντίσει για την κατάρτισή του, να επιλέξει το είδος και το περιεχόμενο των σπουδών του, με τον ίδιο τρόπο που επιλέγει τι ρούχα θα φορέσει ή τα προϊόντα για τη διατροφή του. Το δικαίωμα μετατρέπεται σε επιλογή και η διαδικασία απόκτησης γνώσης εντάσσεται στο ευρύτερο καταναλωτικό σύστημα.
Η επαγγελματική εξίσωση των πτυχίων των κολεγίων με τα πτυχία των πανεπιστημίων είναι ένα μικρό δέντρο μέσα σε ένα δάσος αλλαγών, που οδηγούν μία προς μία στην μετάλλαξη της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, τα χαρακτηριστικά της οποίας διαμορφώθηκαν από ένα σύνολο ιστορικών κοινωνικών αγώνων στους οποίους πρωταγωνίστησε το Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Είναι ο θρίαμβος των νόμων της αγοράς πάνω στη δημόσια ζωή, που μπορεί να ανατραπεί με συμβάντα αντίστοιχης ιστορικής βαρύτητας με αυτά που διαμόρφωσαν το γονιδίωμα της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης.
* Φωτογραφία: EUROKINISSI/ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΙΣΙΝΑΣ
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.