Μεταξύ των βιρτουόζων της κιθάρας που έχουν παίξει κατά καιρούς με τον Bob Dylan (Mick Ronson, Mike Bloomfield, Joni Mitchell, Robbie Robertson κ.ά.), ο Bruce Langhorne και ο Roger McGuinn ξεχωρίζουν, όχι μόνο για την ικανότητά τους ως μουσικών, αλλά και για τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξαν σε σχέση με ένα από τα πιο γνωστά κομμάτια του μεγάλου τραγουδοποιού: του “Mr. Tambourine Man”.
Πρώτα ο B. Langhorne. Γεννημένος στη Florida το 1938, ο Langhorne μετοίκησε με τη μητέρα του στο Harlem, όπου ξεκίνησε να μαθαίνει βιολί. Δείχνοντας εξαρχής δείγματα μεγάλου ταλέντου, έθεσε ο ίδιος τέλος στην διαγραφόμενη καριέρα του ως σολίστα, όταν, στην ηλικία των 12, έκαψε τα ακροδάχτυλά του παίζοντας με μια κροτίδα. Ωστόσο, ως άλλος Django Reinhardt, βρήκε τον τρόπο να συνεχίσει να ασχολείται με τη μουσική, μαθαίνοντας κιθάρα – αν και ο τραυματισμός του τον περιόριζε από το να παίζει με οποιοδήποτε άλλο τρόπο εκτός από αρπισμούς. Ως κιθαρίστας συνεργάστηκε με μουσικούς όπως η Joan Baez και ο Harry Belafonte, ενώ έγραψε και μουσική για ταινίες του Jonathan Demme, του Peter Fonda και του Sam Peckinpah. Έφυγε από τη ζωή το 2017.
Ο ίδιος χαρακτήρισε τη σχέση του με τον Dylan ως τηλεπαθητική όσον αφορά τις στιγμές που παίζανε μαζί, ενώ ο ίδιος ο κύριος Zimmerman ισχυριζόταν πως το να έχει κοντά του έναν κιθαρίστα όπως ο Langhorne τού γεννούσε την πίστη πως μπορούσε να κάνει ό,τι θέλει από μουσικής άποψης. Εκτός από τα παραπάνω, η χαρισματική προσωπικότητα του B.L. αλλά και η συνήθειά του να κουβαλά μαζί του και να παίζει το μεγάλο τουρκικό κρουστό μπεντίρ ώθησαν τον Dylan να γράψει το “Mr. Tambourine Man”. Το κομμάτι δεν αναφέρεται μόνο στον Langhorne, αλλά χρησιμοποιεί και πολλές συμβολιστικού τύπου εικόνες, στο πνεύμα του ήρωα του Dylan, ποιητή Αρθούρου Ρεμπώ. Η πρώτη απόπειρα να ηχογραφηθεί επίσημα το κομμάτι έγινε το 1964, από τον ίδιο τον δημιουργό του, σε συνοδεία του τραγουδιστή Ramblin’ Jack Elliott. Αυτές οι ηχογραφήσεις δεν χρησιμοποιήθηκαν, εξαιτίας αρκετών λαθών στα φωνητικά του Elliott.
Την επόμενη χρονιά, ο Dylan ξαναηχογράφησε το κομμάτι για το άλμπουμ Bringing It All Back Home, στο οποίο συμμετέχει και ο Langhorne, μαζί με σπουδαίους μουσικούς όπως ο John Sebastian, o Steve Boone και ο John P. Hammond. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε στις 22 Μαρτίου του 1965 και Mr. Tambourine Man είναι από τα κομμάτια που ξεχωρίζουν.
20 μέρες αργότερα, και έχοντας μάθει για την ύπαρξη του κομματιού πριν από την κυκλοφορία του Bringing It All… οι Byrds κυκλοφορούν τη δική τους εκδοχή του “Mr. Tambourine Man”, επηρεασμένη από τους Beatles καθώς και τη διασκευή των Animals στο “House of the Rising Sun”. Δηλαδή, όχι απόλυτα δική τους, μιας και ο παραγωγός Terry Melcher αμφιβάλλει σχετικά με τις μουσικές ικανότητες της μπάντας και αφήνει μόνο τον κιθαρίστα Roger McGuinn να παίξει στην ηχογράφηση, μαζί με επαγγελματίες μουσικούς του Los Angeles. Οι υπόλοιποι Byrds προσθέτουν αργότερα τα φωνητικά τους.
O γεννημένος σαν σήμερα, το 1942, Roger McGuinn (πραγματικό όνομα James Joseph McGuinn III) υπήρξε επαγγελματίας μουσικός και συνθέτης ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, συνεργαζόμενος με καλλιτέχνες όπως η Judy Collins, ο Bobby Darin και οι Simon & Garfunkel. Τα χαρακτηριστικά αρπίσματα στη δωδεκάχρονη ηλεκτρική Rickenbacker όχι μόνο καθόρισαν τον ήχο της διασκευής στο “Mr. Tambourine Man” και των Byrds γενικά, αλλά επηρέασαν πολλούς κατοπινούς κιθαρίστες, από τη δεκαετία του 1960 έως και τις μέρες μας (R.E.M., Tom Petty, The Smiths κ.ά.). Ακόμα και ηχογραφήσεις των Beatles εμφάνιζαν σημάδια επιρροής από τους Byrds και το στυλ παιξίματος του McGuinn.
Η εκτέλεση των Byrds στο κομμάτι του Dylan υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένη και καταλυτική για τη δημιουργία του κινήματος του folk rock, στο οποίο εντάχθηκαν σπουδαίες μπάντες όπως οι Lovin’ Spoonful, Οι Love και οι Mamas & The Papas και αρκετοί άλλοι. Λίγο καιρό αργότερα την ίδια χρονιά, το συγκρότημα κυκλοφόρησε και το πρώτο ολοκληρωμένο άλμπουμ του, επίσης με τίτλο Mr. Tambourine Man. Εκτός από το ομότιτλο, ο παραγωγός Melcher άλλαξε γνώμη σχετικά με τις μουσικές ικανότητες των άλλων τεσσάρων Byrds και τους επέτρεψε να παίξουν κανονικά στα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου.
O McGuinn υπήρξε το μόνο μόνιμο μέλος της μπάντας καθ’ όλη τη διάρκεια του, ενώ κυκλοφόρησε και δέκα προσωπικούς δίσκους. Συμμετείχε στην ιστορικής σημασίας περιοδεία Rollin’ Thunder Review του Dylan, μαζί με τη Joan Baez, τη Joni Mitchell και τον Mick Ronson. Τόσο με τη παλιά του μπάντα όσο και στις σόλο δουλειές του επανήλθε πολλές άλλες φορές στο ρεπερτόριο του Dylan, καθότι προσωπικός φίλος του αλλά και βαθύς γνώστης του έργου του.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.