Ο ΑΝΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
Α. – Στέκει και αφουγκράζεται: τι τον έκανε να σαστίσει;
Τι άκουσε να αντηχεί στ’ αυτιά του;
Τι ήταν αυτό που τον έκανε να τα χάσει;
Β. – Σαν όλους που κάποτε φόρεσαν αλυσίδες
έτσι κι αυτός ακούει παντού τον θόρυβό τους.
Ο Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε γεννήθηκε στο Ραίκεν της Γερμανίας σαν σήμερα, στις 15 Οκτωβρίου 1844 και υπήρξε ένας σημαντικός φιλόσοφος, ποιητής, συνθέτης και φιλόλογος.
Οι κεντρικές ιδέες της φιλοσοφίας του Νίτσε περιλαμβάνουν τον «θάνατο του Θεού», την ύπαρξη του υπερ-ανθρώπου, την ατέρμονη επιστροφή, καθώς και την θεωρία της ηθικής κυρίων – δούλων. Αναφέρεται συχνά ως ένας από τους πρώτους «υπαρξιστές» φιλοσόφους. Η ριζική αμφισβήτηση από μέρους του της αξίας και της αντικειμενικότητας της αλήθειας έχει οδηγήσει σε αμέτρητες διαμάχες και η επίδρασή του παραμένει ουσιαστική, κυρίως στους κλάδους του υπαρξισμού, του μεταμοντερνισμού και του μεταστρουκτουραλισμού.
Ξεκίνησε την καριέρα του σαν κλασικός φιλόσοφος, κάνοντας κριτικές αναλύσεις σε αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά κείμενα, προτού εντρυφήσει στην φιλοσοφία. Στις 7 Σεπτεμβρίου του 1864 αποφοίτησε από το Πφόρτα και ξεκίνησε σπουδές κλασικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Βόννης. Στο διάστημα που ακολούθησε απέρριψε εντελώς τη θρησκευτική πίστη:
«Κάθε αληθινή πίστη είναι αδιάψευστη, εκπληρώνει αυτό που ο πιστός ελπίζει να βρει σ΄ αυτήν, δεν προσφέρει όμως ούτε το ελάχιστο έρεισμα για τη θεμελίωση μιας αντικειμενικής αλήθειας […] Θέλεις να επιδιώξεις ψυχική ηρεμία και ευτυχία, τότε πίστευε, θέλεις να είσαι ένας απόστολος της αλήθειας, τότε αναζήτησέ την».
Το 1869, σε ηλικία 24 ετών, διορίστηκε καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας, στην έδρα της Κλασικής Φιλολογίας, όντας ο νεότερος που έχει πετύχει κάτι ανάλογο. Κατά τη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού πολέμου (1870-71) υπηρέτησε εθελοντικά στο πλευρό της Πρωσίας ως βοηθός νοσοκόμος, ενώ μετά την επιστροφή του στη Βασιλεία, ο αμείωτος ενθουσιασμός του για τον Σοπενχάουερ, ο θαυμασμός του για το έργο του Βάγκνερ και οι φιλολογικές σπουδές και μελέτες του συνδυάστηκαν για την έκδοση του πρώτου βιβλίου του, με τίτλο «Η Γέννηση της Τραγωδίας» (1872).
Την περίοδο 1873-1876, ολοκλήρωσε μία σειρά τεσσάρων δοκιμίων που εκδόθηκαν αργότερα σε μία συλλογή με τον γενικό τίτλο Ανεπίκαιροι Στοχασμοί. Τα δοκίμια αυτά πραγματεύονταν γενικότερα τον σύγχρονο γερμανικό πολιτισμό, εστιάζοντας στο έργο του Νταβίντ Στράους («Νταβίντ Στράους: Ο ομολογητής και ο συγγραφέας»), στην κοινωνική αξία της ιστοριογραφίας («Για τα οφέλη και τα μειονεκτήματα της ιστορίας για τη ζωή»), στον Σοπενχάουερ («Ο Σοπενχάουερ ως παιδαγωγός») και, τέλος, στον Βάγκνερ («Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ στο Μπαϊρόιτ»). Για τον Νίτσε, ο Σοπενχάουερ και ο Βάγκνερ αποτελούσαν φωτεινά παραδείγματα για την ανάπτυξη ενός νέου πολιτισμικού κινήματος που συνέδεε τη μουσική, τη φιλοσοφία και την κλασική φιλολογία. Το επόμενο διάστημα, η υγεία του κλονίστηκε σοβαρά: υπέφερε από ημικρανίες, που οφείλονταν σε βλάβη του αμφιβληστροειδούς και στα δύο μάτια του, γεγονός που τον ανάγκασε τελικά να υποβάλει παραίτηση από το πανεπιστήμιο, στις 2 Μαΐου του 1879, καθώς αδυνατούσε να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
Το έργο του
Ο Χίτλερ βασίστηκε στα νιτσεϊκά έργα για να οικοδομήσει τη θεωρία του εθνικοσοσιαλισμού ή ναζισμού. Το πρότυπο της Αρίας φυλής βασίστηκε πάνω στον Υπεράνθρωπο («Τάδε έφη Ζαρατούστρα»), το σημαντικότερο ίσως έργο του Νίτσε. Ο Νίτσε όμως, καθώς φαίνεται και μέσα από τα έργα του, υπήρξε δριμύτατος επικριτής τόσο των εθνικιστικών, όσο και κάθε αντισημιτικών τάσεων. Ο Ζαρατούστρα είναι η υπέρβαση του ανθρώπου προς το ανθρωπινότερο και όχι προς το απανθρωπότερο. Εξάλλου και ο ίδιος ο Νίτσε προέβλεψε ότι τα έργα του θα παρερμηνευτούν και ότι δύσκολα θα υπάρξει κάποιος που θα τα κατανοήσει σε βάθος. Ο ίδιος θα πει: «Αυτό που κάνουμε δεν το καταλαβαίνουν ποτέ, μα μονάχα το επαινούν ή το κατηγορούν».
Σπουδαιότερα έργα του θεωρούνται τα εξής: «Τάδε έφη Ζαρατούστρα», «Η Θέληση της Δύναμης», «Η Γέννηση της Τραγωδίας», «Πέραν του Καλού και του Κακού», «Ecce Homo».
Σε ηλικία 44 ετών, το 1889, υπέστη νευρική κατάρρευση, η οποία αργότερα διεγνώσθη ως συφιλιδική «παραλυτική ψυχική διαταραχή», διάγνωση η οποία πάντως αμφισβητείται. Στις 10 Ιανουαρίου μεταφέρθηκε σε ψυχιατρική κλινική της Βασιλείας και λίγες ημέρες αργότερα σε κλινική της Ιένας, κατόπιν επιθυμίας της μητέρας του, όπου οι γιατροί διέγνωσαν «παραλυτική ψυχική διαταραχή». Ο λόγος του ήταν παραληρηματικός και τον διακατείχαν παραισθήσεις μεγαλείου, κατά τις οποίες αυτοαποκαλούνταν δούκας του Κάμπερλαντ, Κάιζερ ή Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ’, συνοδευόμενες συχνά από βίαιες συμπεριφορές. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ανέλαβε την φροντίδα του η μητέρα του, μέχρι τον θάνατό της το 1897, και έπειτα η αδελφή του, Ελίζαμπεθ Φούρστερ-Νίτσε, μέχρι τον θάνατό του, το 1900.
Εκτός από την φροντίδα του, η Ελίζαμπεθ Φούρστερ-Νίτσε ανέλαβε χρέη εκδότριας και επιμελήτριας των χειρογράφων του. Ήταν παντρεμένη με τον Μπέρναρντ Φούρστερ, εξέχουσα μορφή του γερμανικού εθνικιστικού και αντισημιτικού μετώπου, για χάρη του οποίου ξαναδούλεψε αρκετά από τα ανέκδοτα χειρόγραφα του Νίτσε, στην προσπάθειά της να τα «μπολιάσει» με τις ιδέες του, αντιβαίνοντας ριζικά με τις απόψεις του φιλόσοφου, οι οποίες ήταν ξεκάθαρα εναντίον του αντισημιτισμού και του εθνικισμού. Με την βοήθεια των εκδόσεων της Φούρστερ-Νίτσε, ο Νίτσε έγινε συνώνυμο του Γερμανικού μιλιταρισμού και του Ναζισμού, αν και αρκετοί μελετητές του στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα έχουν καταφέρει να αντιστρέψουν την παρερμήνευση των ιδεών του. Πάντως οι πολιτικές του απόψεις και πεποιθήσεις παραμένουν αμφιλεγόμενες.
Πέθανε μετά από συνεχόμενα εγκεφαλικά επεισόδια στη Βαϊμάρη στις 25 Αυγούστου 1900.
Γνωστότερα ρητά:
«Η πιο μεγάλη τέχνη είναι να ξέρεις να αποχωρείς την κατάλληλη στιγμή».
«Η αμφιβολία δηλητηριάζει τα πάντα, χωρίς να σκοτώνει τίποτα».
«Η εμμονή του χριστιανισμού να βρίσκει τον κόσμο άσχημο και κακό έχει κάνει τον κόσμο άσχημο και κακό».
«Ο σοφός πρέπει να έχει την ικανότητα όχι μόνο να αγαπά τους εχθρούς του, αλλά και να μισεί τους φίλους του».
«Στα βουνά, ο πιο κοντινός δρόμος είναι από κορυφή σε κορυφή, αλλά γι΄ αυτό πρέπει να έχεις μεγάλα πόδια. Οι αφορισμοί θα πρέπει να είναι κορυφές, κι εκείνοι που τους χρησιμοποιούν, θα πρέπει να είναι γίγαντες».
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.