Πριν από ένα χρόνο μετακομίσαμε. Βρήκαμε ένα μικρότερο σπίτι με πιο λίγα δωμάτια και μικρά μπαλκόνια. Ο πατέρας μου λέει πως άμα φτιάξουν πάλι τα πράγματα θα γυρίσουμε στην παλιά μας γειτονιά και θα βλέπω τους φίλους μου. Η μαμά είναι πολύ στεναχωρημένη γιατί έχασε τη δουλειά της και δε θέλω να τη φορτώνω και με τις δικές μου έννοιες. Της λέω ότι όλα θα πάνε καλά αλλά μάλλον εκείνη δε με πιστεύει.

Στο ισόγειο της πολυκατοικίας μένει η κυρία Δωροθέα με τον άντρα της τον κύριο Γεράσιμο. Έχουν μια εγγονή στην ηλικία μου, τη Μαριέττα,  και γίναμε φίλες. Όταν η μαμά φεύγει για να ψάξει για δουλειά με αφήνει στην κυρία Δωροθέα να με προσέχει μέχρι να γυρίσει. Αλλά κι εκείνη έχει τις δουλειές της, πηγαίνει στη μοδίστρα, στο κομμωτήριο, στην κόρη της για να πάει την εγγονή στα αγγλικά. Κι έτσι πολλές φορές με αφήνει με τον κύριο Γεράσιμο που έχει ένα χαμόγελο που δε μοιάζει με του παππού στο χωριό αν και είναι στην ηλικία του. Ο παππούς όταν γελάει μεγαλώνουν τα μάτια του και λάμπουν. Μου λέει «καλώς την εγγόνα μου» κι εγώ θέλω να τρέξω στην αγκαλιά του και να κρυφτώ να μη με βρει κανείς. Ο παππούς της Μαριέττας όμως όταν με βλέπει να μπαίνω στο σπίτι χαμογελά και τα μάτια του γίνονται σαν κουμπότρυπες.

Καμιά φορά, όταν η κυρία Δωροθέα λείπει, μου δίνει καραμέλες κι ύστερα  πιάνει το χέρι μου και το βάζει ανάμεσα στα πόδια του. Υπάρχει κάτι μακρύ και σκληρό κι εμένα δε μου αρέσει καθόλου. Νιώθω την ανάγκη να κάνω εμετό. Κι όλο του λέω όχι αλλά πάντα επιμένει και με τραβά από το χέρι κι εγώ πονάω. Και τότε ακουμπώ το χέρι μου στο παντελόνι κι εκείνος αναστενάζει και η αναπνοή του γίνεται γρήγορη.

Μου είπε να μην τολμήσω να μιλήσω σε κανένα γιατί θα χάσει και ο μπαμπάς τη δουλειά του και θα μείνουμε στο δρόμο. Κι εγώ δεν είπα τίποτα γιατί δε μου αρέσουν καθόλου οι δρόμοι.

Σήμερα το πρωί που ξύπνησα είδα τη μαμά να κλαίει. Ήρθε κοντά και μου είπε ότι έχει άσχημα νέα. Ο κύριος Γεράσιμος πέθανε. «Κρίμα», είπε, «και ήταν τόσο καλός άνθρωπος». Ήθελα να της πω ότι δεν ήταν καλός παππούς. Δεν ήταν σαν τον δικό μου στο χωριό. Δεν της είπα τίποτα. Φοβήθηκα μήπως ο μπαμπάς χάσει τη δουλειά του και βρεθούμε στο δρόμο.

Δεν είμαι καθόλου λυπημένη που πέθανε. Είμαι  χαρούμενη. Πολύ χαρούμενη. Μόνο που ελπίζω εκεί που πάει να μην έχει παιδιά γιατί αυτοί οι παππούδες μοιράζουν καραμέλες αλλά σε πονάνε…

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Ζει στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε Ιστορία – Αρχαιολογία και Συντήρηση Έργων Τέχνης αλλά εργάζεται στην εκπαίδευση. Πιστεύει στην αυτοδιάθεση των ανθρώπων και στην ελευθερία. Ονειρεύεται ακόμα σαν παιδί κι ελπίζει πως κάποτε θα καταφέρουμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Γράφει όταν οι σκέψεις στριμώχνονται και διεκδικούν χώρο στο κεφάλι της. Έχει πια την πεποίθηση ότι όλοι είμαστε περαστικοί κι έχουμε την ανάγκη να βρούμε άξιους συνταξιδιώτες που θα λέμε μόνο αλήθειες. Αγαπημένες της λέξεις η ουτοπία και η χαρμολύπη. Ίσως γιατί έχει καταλάβει πως αυτό είναι η ζωή.

Related Posts

//