Μια φορά και ένα καιρό, σε ένα χωριό εκεί στο νότο, απομονωμένοι από τις μεγαλουπόλεις, οι κάτοικοι ζούσαν από τη γη τους. Αγρότες ξυπνούσαν χαράματα και μοχθούσαν στα χωράφια.

Ένα πρωί, κάτι περίεργα πλάσματα κατέφθασαν στο χωριό. Ήταν άγριοι στην εμφάνιση, είχαν σκούρο δέρμα, βρώμικοι με ξεφτισμένα ρούχα.  Οι κάτοικοι τρομοκρατήθηκαν, και υπό την απειλή των όπλων τους διέταξαν να μείνουν ακίνητοι. Τους μετέφεραν στην κεντρική πλατεία του χωριού. Μέσα από το πλήθος, φωνές ούρλιαζαν «να πεθάνουν, να πεθάνουν, να πεθάνουν». Τα περίεργα πλάσματα, πεσμένα στα γόνατα, μουσκεύοντας το μαντήλι που τους έκρυβε τα μάτια, είπαν πως έρχονται από τόπο κολασμένο, από πόλεμο, φωτιά και πόνο. Αυτό που ζητούσαν ήταν η Γη της Επαγγελίας, τη γη που αποδίδει καρπούς και που θα πραγματοποιούσε όλα τα όνειρα τους.
«Να πεθάνουν, σκοτώστε τους!»

Ένας γέρος με ευθυτενές παράστημα σηκώνει το όπλο του και πυροβολεί στον αέρα. «Ηρεμήστε κύριοι» είπε. «Μην είμαστε απάνθρωποι. Εδώ είναι η Γη της Επαγγελίας, τα χωράφια μας. Ας τους δώσουμε τη χαρά να κρατήσουν τον καρπό της μητέρας Γης, όπως οι μαίες κρατούν το νεογνό μιας γυναίκας. Χρειαζόμαστε χέρια, και τούτα εδώ τα πλάσματα είναι διατιθέμενα να το κάνουν. Ας είναι λοιπόν».

Μια ομάδα οπλισμένων αντρών ανοίγει το κοτέτσι και τους τραβάει έξω: «Εντάξει, ξένοι, θα σας δώσουμε αυτό που ζητάτε. Ιδού η Γη της Επαγγελίας!». Τα σκούρα μάτια τους τυφλώθηκαν από το φως, καθώς το σκονισμένο μαντήλι από το πρόσωπο τους πέφτει απαλά στο χώμα. «Να μας είστε ευγνώμονες, ξένοι. Μας χρωστάτε τη ζωή σας».

Οι «άγριοι» έπιασαν αμέσως δουλειά.  Δούλευαν από το πρωί μέχρι το βράδυ. Χωρίς σταματημό, όργωναν τα χωράφια αγόγγυστα, χωρίς διάλλειμα. Όταν πεινούσαν τους έδιναν αποφάγια από σκύλους. Όταν ζητούσαν  νερό τους έδιναν από κουβάδες με λάσπη. Όσοι κουράζονταν και έπεφταν χάμω, κέρδιζαν στην πλάτη τους ένα σημάδι κόκκινο και σουβλερό από βέργα, όσοι ξεστόμιζαν μια λέξη, το στόμα τους έκλεινε μεμιάς από σκληροτράχηλες παλάμες.

«Αχάριστα πλάσματα! Σας δώσαμε δουλειά, στέγη στα παραπήγματα και αυτό είναι το ευχαριστώ; Αλλά βέβαια, εσείς δεν είστε άνθρωποι που να καταλάβετε, άξεστοι. Ζωντόβολα γεννηθήκατε, ζωντόβολα θα πεθάνετε». Ο γερό αγρότης κλωτσάει τα χαλίκια στο έδαφος και ένα μεγάλο σύννεφο καπνού και σκόνης σηκώνεται και σκεπάζει τα φοβισμένα βλέμματα.

«Νομίζετε ότι σας αξίζει κάτι περισσότερο από αποφάγια και βουτηγμένα στην υγρασία και τη λάσπη στρώματα; Ας γελάσω. Σας υπερασπίστηκα μπροστά σε όλο το χωριό, το έκανα για το καλό σας, γιατί σας αγάπησα ακόμη κι αν είστε άσχημοι και αποκρουστικοί. Ποιος νομίζετε άλλος εδώ πέρα θα ήταν τόσο καλός μαζί σας;»

Ένας από τους εργάτες, σωριασμένος στο χώμα, προσπαθεί κάτι να ψελλίσει:
«Αυτή. αυτή. δεν είναι η Γη. της Επαγγελίας. Αυτή εδώ. είναι η ίδια. η Κόλαση».

«Η Γη της Επαγγελίας, ανόητε, είναι για τους ανθρώπους. Και εσείς δεν είστε άνθρωποι» αποφάνθηκε ο γέρος «και θα φροντίσω να μην γίνετε ποτέ». Τραβάει το όπλο του από τη θήκη και σφαίρες αμέτρητες διαπερνούν τα σκούρα σώματα – που τώρα πια τυλίγονται στις πύρινες φλόγες του θανάτου.

Ο γέρο-αγρότης φύσηξε την κάννη του όπλου και το έβαλε στη θέση του.

Έπρεπε να τους είχε σκοτώσει νωρίτερα. Τα άγρια αυτά πλάσματα είχαν αρχίσει να γίνονται άνθρωποι, να αμφισβητούν και να διεκδικούν. Και αυτή η ανθρώπινη όψη τρόμαζε και φόβιζε. Οι «πραγματικοί άνθρωποι» είχαν συνηθίσει την όψη της εκμετάλλευσης, της αδικίας, της χαιρεκακίας, της εκδίκησης, της ζήλιας και της υπεροχής.

Εκείνοι, όμως, μεταμορφώνονταν σιγά σιγά σε Άνθρωπο. Σε εκείνον που μπορεί να κατανοήσει, να παλέψει και να αγωνιστεί. Και δεν θέλουν πια τέτοιους ανθρώπους. Θέλουν μόνο σκλάβους που υπακούν και υποφέρουν και οι αφεντάδες τους να λαμβάνουν τη σαδιστική τους ευχαρίστηση.

Μπορεί σε αυτό τον κόσμο να μην βρίσκουμε όλοι μας τη Γη της Επαγγελίας,  μπορεί να περνάμε μέσα από καζάνια που βράζουν και φωτιές σπινθηροβόλες, να περπατάμε με κρύο ιδρώτα στα μονοπάτια της αδικίας και της εκμετάλλευσης, αλλά κάποιες φορές το συντομότερο μονοπάτι για τον παράδεισο να περνά μέσα από την Κόλαση (Bobby Long). Αρκεί, τα ματωμένα χωριά να εξαφανίζονται και στη θέση τους να φυτρώνουν η ανθρωπιά, η αμφιβολία και η διεκδίκηση. Αυτή ίσως να είναι – η δική μας, κατά δική μας, η επί της γης – Γη της Επαγγελίας.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//